Κυριακή 3 Μαρτίου 2019

ΑΡΘΡΟ


 ΡΑΦΑΗΛΙΑ ΚΑΠΙΡΗ
Βαθμοθηρία

Ένα από τα προβλήματα που ταλανίζει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι αυτό της βαθμοθηρίας. Πρόκειται, όπως φανερώνει και ο ορισμός της λέξης – για το κυνήγι από πλευράς των μαθητών της υψηλής βαθμολογίας. Το φαινόμενο είναι σύνθετο, οφείλεται σε πολλούς παράγοντες και άγουρα επηρεάζει αρνητικά τόσο την πρόοδο των μαθητών όσο και την εκπαιδευτική διαδικασία.

Από μικρή ηλικία, οι μαθητές μαθαίνουν ότι η βαθμολογία είναι καθοριστική. Ήδη στο δημοτικό υπάρχει η κλίμακα του δέκα και έπειτα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο το κυνήγι των βαθμών εντείνεται. Μάλιστα στον έλεγχο επίδοσης δεν υπάρχει περιγραφική αξιολόγηση, μια ανάλυση δηλαδή των δυνατοτήτων ή της εξέλιξης των μαθητών μέσα στο τετράμηνο παρά μόνο ένας βαθμός και ένας γενικός μέσος όρος. Αυτός ο βαθμός καθορίζει και τελικά κρίνει την επίδοση του μαθητή ή και την είσοδό του σε ένα πανεπιστήμιο.

Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι οργανωμένο γύρω από τη βαθμολόγηση. Κάθε τετράμηνο πλήθος διαγωνισμάτων και ολιγόλεπτων δοκιμασιών – στην πλειοψηφία τους γραπτές – αποτελούν το μόνιμο άγχος των μαθητών. Η χαρά της μάθησης και της γνώσης υποκαθίσταται από το στρες της αξιολόγησης. Οι μαθητές πιέζονται να αποδώσουν και έτσι ξεκινά η απομνημόνευση – μηχανική ορισμένες φορές – η οποία αποτελεί κεντρικό κομμάτι της εξέτασης.

Σε αυτή τη λογική παρασύρονται φυσικά και οι γονείς. Έτσι, στο Λύκειο είναι σχεδόν αυτονόητο ότι οι μαθητές παρακολουθούν κάποιο φροντιστήριο ή κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια όσο τον δυνατόν υψηλότερη απόδοση στις τελικές πανελλήνιες εξετάσεις τους. Μάλιστα, την περίοδο αυτή, όλη η οικογένεια ζει σε ρυθμούς βαθμολογικής πίεσης, καθώς ακόμα και μερικά μόρια μπορούν να οδηγήσουν σε επιτυχία ή αποτυχία από τον στόχο που έχουν θέσει οι μαθητές.

Η βαθμοθηρία δεν μπορεί παρά να έχει αρνητικές συνέπειες. Πρώτα απ΄ όλα οξύνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των συμμαθητών, καθώς όλοι αισθάνονται ότι πρέπει να ξεπεράσουν τον διπλανό τους. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια διαδικασία όπου ο καθένας επιθυμεί να βελτιωθεί σε μια αντικειμενική βάση, αλλά απλώς να αναδειχθεί καλύτερος. Εξ’ άλλου, κακώς, έχουν θεσπιστεί μια σειρά από επιβραβεύσεις, όπως ο θεσμός του απουσιολογίου και ο σημαιοφόρος. Έτσι, οι σχέσεις των μαθητών διαταράσσονται και γίνονται απρόσωπες και επιφανειακές.

Μέσα στην τάξη, το κλίμα που επικρατεί δεν ευνοεί τη νέα γνώση. Τα παιδιά δεν συμμετέχουν ελεύθερα, διστάζουν να διατυπώσουν τη γνώμη τους, καθώς νιώθουν ότι ανά πάσα στιγμή κρίνονται για τις απαντήσεις τους. Ο διάλογος απουσιάζει, οι μαθητές δεν ρωτούν τις απορίες τους από φόβο, μήπως θεωρηθεί άγνοια και μειωθεί η βαθμολογία τους.

Αντίθετα, η ερώτηση «θα είναι στην ύλη;» είναι το μόνο που ενδιαφέρει. Τέλος, τα δευτερεύοντα μαθήματα υποβαθμίζονται εάν δεν προσμετρώνται στο μέσο όρο.

Συνεπώς, η βαθμοθηρία είναι ένα πρόβλημα, που δυστυχώς «ανθίζει» στο σχολείο και κάνει τους μαθητές να εξαρτώνται μόνο από τον βαθμό και σπάνια να τους ενδιαφέρει η «πραγματική» γνώση.


Η Ραφαηλία Καπίρη είναι μαθήτρια της Γ1