Μιχάλης Πάτσης
Το ρεμπέτικο
τραγούδι
«Σύνορα» Πειραιά - Δραπετσώνας, στο βάθος η «Γέφυρα του Αγίου Διονύση» |
Το ρεμπέτικο
τραγούδι είναι το τραγούδι που άκμασε
στις πόλεις και ιδιαίτερα στον Πειραιά
και στην Αθήνα και αποτέλεσε τη βάση
για τη σύγχρονη ελληνική μουσική.
Χαρακτηριστικό του είδους αυτού είναι
η χρήση του μπουζουκιού και του μπαγλαμά
στη σύνθεση και στη μελοποιΐα, η χρήση
της γλώσσας των πόλεων ιδίως των πιο
φτωχών στρωμάτων τιυ πληθυσμού των
εργατών, των ναυτικών και των φτωχών
περιθωριακών ανθρώπων της πόλης.
Η επιτυχία του
ρεμπέτικο στηρίζεται στην ταύτιση που
ένιωσε ο Έλληνας με το μπουζούκι και
τους ρυθμούς του. Ως τότε έφτιαχναν
τραγούδια με βιολιά, λαούτα και κλαρίνα.
Το ρεμπέτικο τα παραμερίζει όλα αυτά
και βάζει στο κέντρο το μπουζούκι το
οποίο αμέσως γίνεται δημοφιλές.
Όμως πως έγινε
πραγματικότητα αυτή η νέα μουσική και
ποιοι είναι οι δημιουργοί του;
Το ρεμπέτικο
γεννήθηκε στον Πειραιά και στις συνοικίες
του. Δηλαδή στα μέρη εκείνα που ζούσα
οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία ή άνθρωποι
μου ζούσαν μαζί τους και είχαν τον ίδιο
τρόπο σκέψης. Οι άνθρωποι που ζούσαν με
την φτώχια και τα προβλήματα του πρόσφυγα,
οι οποίοι είχαν βαθιά στην ψυχή τους
τον καημό της ξενιτιάς και της χαμένης
πατρίδας, τον καημό της ζωής σε μια νέα
χώρα που δεν τους υπολόγιζε αποτέλεσαν
τη βάση να αναπτυχθεί ο προβληματισμό
γύρω από το ρεμπέτικο.
Ο μουσικός που
άνοιξε το νέο δρόμο ήταν ο Μάρκος
Βαμβακάρης (1905-1972), ο οποίος
καταγόταν από τη Σύρο και ζούσε στον
Πειραιά. Δούλευε στην αρχή φορτοεκφορτωτής
στα Ταμπούρια του Πειραιά και ήρθε σε
επαφή με Μικρασιάτες που έπαιζαν
μπουζούκι. Του άρεσε και το έμαθε καλά.
Αξίζει να μνημονεύσουμε ιδιαίτερα τον
Βαμβακάρη ο οποίος από ένας απλός
άνθρωπος επειδή του άρεσε το μπουζούκι
και η μουσική, αφοσιώθηκε σε αυτή και
ξεχώρισε και έγινε πραγματικά ο
«πατριάρχης» της σύγχρονης ελληνικής
μουσικής. Αυτός ήταν που ενέπνευσε όλους
τους άλλους συνεργάτες του να ασχοληθούν
με το ρεμπέτικο τραγούδι.
Έτσι βοήθησε τον
Ανέστη Δελιά, από τη Σμύρνη, να μάθει
μπουζούκι από κιθάρα που γνώρζε. Επίσης
τον Στράτο Παγιουμτζή, από το Αϊβαλί
ένα μεγάλο τραγουδιστής της εποχής.
Όλοι αυτοί σύχναζαν ήδη από τις αρχές
της δεκαετίας του 1930 στο καφενείο του
Γεωργίου Μπάτη που βρισκόταν στην
ευρύτερη περιοχή που είναι σήμερα το
άγαλμα του Καραΐσκάκη στην Ακτή Τζελέπη.
Εκεί στο καφενείο
του Μπάτη, ο οποίος ήταν μουσικός
σπουδαίος και καταγόταν από τα Μέθανα
και όχι «από τη Σμύρνη» που λέει το
τραγούδι, δημιουργείται το 1934 η πρώτη
ρεμπέτικη κομπανία η οποία θα βάλει τη
σφραγίδα της στην ελληνική μουσική.
Ονομάζεται «Η Τετράς, η ξακουστή του
Πειραιώς», όνομα που της δόθηκε από τον
Μπάτη και τη ίδια χρονιά θα δώσει
παραστάσεις στην ταβέρνα Μάντρα
Σαραντόπουλου στην Ανάσταση του
Πειραιά. Αυτό ήταν! Από εκείνη τη
χρονολογία το ρεμπέτικο μπήκε για τα
καλά στη ζωή μας. Οι ρεμπέτες θα ξεχαστούν
και θα ζήσουν δύσκολη και πικρή ζωή.
Όμως η μουσική που πρότειναν στην Ελλάδα
θα μείνει και θα κυριαρχήσει ως σήμερα
στον τόπο μας.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης
είχε τραγουδήσει ήδη από το 1933 σε
δισκογραφική εταιρεία τραγούδια για
τους μάγκες, ένα θέμα που επανέρχεται
πολύ συχνά στο ρεμπέτικο και στο
μεταγενέστερο τραγούδι.
Σήμερα όλοι ακούνε
το ρεμπέτικο. Εκείνη όμως την εποχή,
δηλαδή τη δεκαετία του 1930 το άκουγαν
πολύ λίγοι. Ιδίως οι άνθρωποι από τη
Μικρά Ασία που ζούσαν σε φτωχές περιοχές
όπως τη Δραπετσώνα και τη Νίκαια και
ακόμα οι πρόσφυγες, η Θεσσαλονίκη
αγαπούσε το ρεμπέτικο. Η Δραπετσώνα
ήταν πολύ φτωχός συνοικισμός. Η πολιτεία
αυτή αποτελεί συνέχεια του Πειραιά από
την οδό Θεσμοφορίου. Εκεί στην οδό
αυτή, δίπλα στην εκκλησία του Αγίου
Διονυσίου του Αρεοπαγίτου υπάρχει μια
σκάλα, «Η σκάλα του Αγίου Διονυσίου»
που ο συνθέτης Γιάννης Παπαϊωάννου είχε
πει πως όποιος δεν πέρναγε αυτή τη σκάλα
δεν ήταν ρεμπέτης, δηλαδή δεν είχε πάει
στη Δραπετσώνα και δεν γνώριζε τα
προβλήματα και τον τρόπο ζωής του
συνοικισμού αυτού των προσφύγων και τα
προβλήματα των κατοίκων δεν ήταν
ρεμπέτης. Πολλοί από τους ρεμπέτες
οδηγήθηκαν λόγω των μεγάλων προβλημάτων
και στα ναρκωτικά. Κάποιοι πέθαναν,
όπως ο Ανέστης Δελιάς από τη χρήση
τους.
Η σημασία του
ρεμπέτικου
Ποια είναι όμως η
σημασία του ρεμπέτικου και γιατί όλοι
μιλούν γι’ αυτό; Το ρεμπέτικο έχει
μεγάλη σημασία, γιατί το ρεμπέτικο έδωσε
ταυτότητα δηλαδή περιεχόμενο και μορφή
στη σύγχρονη ελληνική μουσική.
Σαν λαός ή θα
ακούγαμε δημοτικά τραγούδια, κάτι που
θυμίζει την περίοδο της ζωής της χώρας
όταν η κτηνοτροφία και η γεωργία ήταν
κυρίαρχες ή θα ακούγαμε ξένη μουσική,
γιατί αυτή είναι σύγχρονη. Το ρεμπέτικο
τραγούδι μας έδωσε ένα σύγχρονο, σημερινό
ήχο ο οποίος ταιριάζει στην ψυχοσύνθεσή
μας και στον τρόπο σκέψης και ζωής μας.
Το μπουζούκι, ο μπαγλαμάς, ο σύγχρονος,
λαϊκός στίχος μπήκε στην καθημερινότητα
των Ελλήνων. Αυτό έγινε το τραγούδι για
να εκφράσει τα προβλήματα της πόλης τον
έρωτα, την αγάπη, τη μοναξιά, τον καημό,
τη χαρά, τη λύπη, τη φιλία και το χωρισμό,
την εργασία και τη φτώχια. Όλα αυτά
εκφράστηκαν με το ρεμπέτικο και τη
σύγχρονη ελληνική μουσική που ακολούθησε.
Θα πρέπει να μην
ξεχνάμε πως το ρεμπέτικο το οφείλουμε
στα φτωχότερα στρώματα των προσφύγων
της Μικράς Ασίας και στους ανθρώπους
που είχαν πολλά προβλήματα.
Από το ρεμπέτικο
επηρεάστηκε ο Τσιτσάνης αλλά και ο
Χατζηδάκης, ο Θεοδωράκης, ο Ξαρχάκος
και πολλοί άλλοι συνθέτες ως τη σημερινή
εποχή. Για το λόγο αυτό εξάλλου και
σήμερα οι νέοι δημιουργούν ρεμπέτικες
κομπανίες και παίζουν τα τραγούδια
αυτά, τα οποία είναι ακόμα και σήμερα
ζωντανά και επίκαιρα.
4.02.2020